Ο κύριος Παναγιώτης Δρόσος είναι ο γηραιότερος δημότης Νέστου, και πιθανόν ένας από τους ελάχιστους υπερήλικες σε όλη τη χώρα, με ηλικία 111 ετών.
Γεννήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες από το συγγενικό του περιβάλλον, το 1906 στο χωριό Μαγκριώτισσα, κοντά στην Κεσσάνη της Ανατολικής Θράκης, και η οικογένεια του αριθμεί σήμερα τέσσερα παιδιά, εννέα εγγόνια και δεκαοκτώ δισέγγονα.
Τον συναντήσαμε στο σπίτι του μαζί με μέλη της οικογένειάς του, και μας μίλησε για όσα θυμάται τη ζωή του· για τον ξεριζωμό της οικογένειάς του και για την εγκατάστασή της στη περιοχή του Αγιάσματος όπου και ο ίδιος κατοικεί μέχρι σήμερα. Όταν διαπιστώσαμε ότι είχε κουραστεί, διακόψαμε τη συζήτηση.
Όπως μας είπε ο γαμπρός του κ. Νίκος Γκουτζίκας, τον ταλαιπωρούσε εδώ και δυο-τρία χρόνια μια κοίλη. Γι’ αυτό και μετά από δύο μέρες εισήχθη στο νοσοκομείο Καβάλας όπου και εγχειρίστηκε. Η κατάσταση της υγείας του, εκτός του εν λόγω προβλήματος, όπως δήλωσαν και οι θεράποντες γιατροί, είναι άριστη, και αυτή τη στιγμή αναρρώνει στο σπίτι του. Η υγεία του παππού Παναγιώτη είναι ένα ιατρικό παράδοξο, σχολίασε ο χειρουργός κ. Τσαβδαρίδης που ανέλαβε την ευθύνη της επέμβασης, αφού σε κάθε περίπτωση θα πέθαινε από σηψαιμία. Ευτυχώς όμως, όλα πήγαν καλά.
Παναγιώτης Δρόσος 111 ετών
Το κείμενο που ακολουθεί είναι όσα μας είπε, με κάποιες αναγκαίες συντακτικές διορθώσεις: «Γεννήθηκα στο χωριό Μαγκριώτισσα της Ανατολικής Θράκης. Με την ανταλλαγή ήρθαμε στην Ξάνθη όπου καθίσαμε δύο χρόνια, και μετά ήρθαμε εδώ στην περιοχή του Νέστου, στο Μπέτζιλι όπως το λέγαν παλιά, αλλά μας πήρε σβάρνα το ποτάμι και έτσι ήρθαμε στο Αγίασμα. Στο Αγίασμα θυμάμαι ήρθαμε την περίοδο της χούντας του Μεταξά. Εμείς δεν προλάβαμε να πολεμήσουμε γιατί ήρθαν οι Γερμανοί, και την κατοχή της περιοχής την έδωσαν στους Βουλγάρους. Τότε μαζί με άλλους πήρα κι εγώ τα όπλα και αντιστάθηκα στους Βουλγάρους, αλλά για λίγο. Φυσικά για να μην μας σκοτώσουν, γιατί αυτοί σκοτώναν με το παραμικρό. Μετά θυμάμαι τον εμφύλιο. Τον αδερφό μου την περίοδο του εμφυλίου πολέμου οι κομμουνιστές τον έστειλαν στις φύλακες της Κομοτηνής για έναν χρόνο περίπου, και όπως μας είπε μετά, ήταν πολύ δύσκολα. Ζήσαμε δύσκολα χρόνια, αλλά και καλά χρόνια. Θυμάμαι και τον Καραμανλή και τον Παπανδρέου. Ο Θεός θέλει και ζω. Εγώ στη ζωή μου πάντα έτρωγα σκόρδα αλλά και ότι έβγαζε ο μπαχτσές και το χωράφι. Αυτό πρέπει να κάνουν και οι νέοι για να είναι γεροί και να ζήσουν πολλά χρόνια».
Azınlıkça'yı Google Haberlerde takip et
Azınlıkça'yı Facebook'ta takip et
Azınlıkça'yı Twitter'da takip et